ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ

Το πρώτο μηχανοκίνητο καΐκι 
στην   Ελαφόνησο

Λαογραφική αφήγηση του
           Γεωργίου Κων/νου Μέντη




Ιστορικά στοιχεία


Η Ελαφόνησος βρίσκεται στην αρχή του ανατολικού τμήματος εισόδου του Λακωνικού Κόλπου, δυτικά του Μαλέα και βόρεια των Κυθήρων. Η έκτασή της είναι 20 τ.χλμ. Απέχει μόλις 350 μέτρα από την απέναντι ακτή (Πούντα) με την οποία ήταν κάποτε ενωμένη, σχηματίζοντας τη Χερσόνησο ‘’Όνου Γνάθο’’, όπως αναφέρει ο καταξιωμένος Ελαφονησιώτης, πανεπιστημιακός και συγγραφέας, Κων/νος Μέντης (1993:6,11,39,40).Κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά τη νεολιθική περίοδο, ανάμεσα στο 6000-3500 π.Χ.(ο.π.:11).Το 375 μ.Χ. ένας τρομακτικός σεισμός έπληξε την Πελοπόννησο, δημιούργησε τεράστια παλιρροϊκά κύματα και μετέτρεψε τη Χερσόνησο σε νησί (Ελαφονήσι). Η μετατροπή της χερσονήσου σε νησί έγινε σταδιακά. Ως και το 1677μ.χ., μπορούσε κανείς να περάσει στο νησί σχεδόν περπατώντας. (ο.π.:40-41).


Πειρατεία και ερήμωση


Μέχρι το 1893 το Στενό της Ελαφονήσου, όπου βρίσκονται οι ξακουστές δίδυμες παραλίες του Σίμου και του Σαρακήνικου, αποτελούσε το μοναδικό σύντομο θαλάσσιο δρόμο επικοινωνίας μεταξύ ανατολικής και δυτικής Ελλάδας. Τη ρότα αυτή ακολούθησαν και οι Άραβες (674-678) όταν πραγματοποίησαν την πρώτη τους εκστρατεία προς την Κωνσταντινούπολη. Σε μια απ’ τις επιδρομές, στα μέσα του 9ου αιώνα, οι Σαρακηνοί κατέλαβαν την Ελαφόνησο και κατάσφαξαν όλους τους κατοίκους της (ο.π.:40) .Η Ελαφόνησος έκτοτε θα παραμείνει έρημη κι' ακατοίκητη για χίλια περίπου χρόνια…Τη χιλιετία αυτή το νησί θα τεθεί, διαδοχικά, υπό την κυριαρχία των Σαρακηνών, Φράγκων, Ενετών, Τούρκων, Τουρκορώσων, Γάλλων και Άγγλων (ο.π.:97). 

Οριστική ένωση της Ελαφόνησου  με την Ελλάδα στις 6 Ιουλίου του 1850



Η εικόνα της Ελαφονήσου μερικές δεκαετίες μετά την απελευθέρωσή της. Στην Β.Α. παραλία του οικισμού (στο σημερινό παλαιό λιμάνι ) διακρίνονται τα ιστιοφόρα και τα κωπήλατα πλεούμενα του νησιού. Τα άλμπουρα των μεγάλων καϊκιών ξεπερνούν κατά πολύ ακόμη και τα διώροφα παραλιακά σπίτια. (Φωτ. από το βιβλίο: Μέντης Κων/νος «Ελαφονήσι το Σμιγοπέλαγο Νησί», εκδόσεις Λαφονησιώτικη βιβλιοθήκη, Πειραιάς 1993)



Από το 1800 η Ελαφόνησος υπαγόταν στα Ιόνια νησιά, ως “εξάρτημα’’ των Κυθήρων. Το 1815 η Ιόνιος Πολιτεία περνούσε στην αγγλική προστασία. Το 1828, στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου, αποφασίστηκε ότι η Πελοπόννησος, τα κοντινότερα με αυτή νησιά και οι Κυκλάδες με εγγύηση των δυνάμεων μένουν ελεύθερα μέχρι να αποφασιστεί οριστικά η τύχη της Ελλάδος’’.  Παρόλο που το νησί ανήκε στην Ιόνιο Πολιτεία, ο Καποδίστριας, εκμεταλλευόμενος τον ορισμό “τα κοντινά με την Πελοπόννησο νησιά’’, είτε παρακίνησε εγκατάσταση Ελλήνων στο νησί, είτε ευνόησε την παραμονή όσων είχαν εγκατασταθεί εκεί κατά τη διάρκεια του αγώνα. Το 1829 ο Καποδίστριας έκανε πληθυσμιακή απογραφή στην Ελαφόνησο όπου αναγράφεται ότι υπήρχαν 17 οικογένειες, ενώ το σύνολο των κατοίκων ήταν 29 άτομα.Με τον τρόπο αυτό ο Καποδίστριας προέβη στη de facto προσάρτηση της Ελαφονήσου στην Ελλάδα. Ακολούθησε αγγλοελληνική διένεξη που κορυφώθηκε το 1849-1850 (ο.π.:92).Τελικά, στις 6 Ιουλίου του 1850, ο υπουργός των εξωτερικών Ανδρέας Λόντος, υπέγραψε σύμβαση με την Αγγλία με την οποίαν η Ελαφόνησος ενώνεται οριστικά με την Ελλάδα.


Σημείωση:Την επέτειο της ένωσής της με την Ελλάδα (θεσπίστηκε με ειδικό Προεδρικό Διάταγμα: 54/2003) γιόρτασε για πρώτη φορά η Ελαφόνησος στις 6 Ιουλίου του 2003, μετά από 153 ολόκληρα χρόνια.Ξανακατοίκηση της ΕλαφονήσουΤο 1835 ο Τζανετάκης Γρηγοράκης,από τη γνωστή και ξακουστή μανιάτικη οικογένεια των Γρηγοράκηδων,υπέβαλε στην κυβέρνηση του Όθωνα αίτηση για να σχηματίσει μανιάτικο συνοικισμό στην Ελαφόνησο. Η κυβέρνηση αυτή ενέκρινε το αίτημά του, αλλά ο συνοικισμός αυτός θα έπρεπε να γίνει με Σουλιώτικες προδιαγραφές. Οι Μανιάτες,όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκαν. Την 1η Μαρτίου 1837 η κυβέρνηση εξέδωσε νέο διάταγμα που αφορούσε την Ελαφόνησο αποκλειστικά και καθόριζε τον τρόπο του συνοικισμού της (ο.π.:94).Απότοκος αυτού του διατάγματος ήταν η Ελαφόνησος να ξανακατοικηθεί και επίσημα στα μέσα του 19ου αιώνα. Η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα κτίστηκε με τη πρωτοβουλία της γνωστής Μανιάτικης οικογένειας των Γρηγοράκηδων («κτήτορες Πασχάλης Γερακάρης και Φλωρούσα Δραγονίτσα σύζυγός του») το 1858 και ανακαινίστει το 1862. Επίσης ήρθαν κι άλλοι Μανιάτες, Κυθήριοι, Βατικιώτες, Κρητικοί.

Προπολεμική Ελαφόνησος

Οι νέοι αυτοί κάτοικοι του νησιού, για να μεταφερθούν στην απέναντι κοντινή πελοποννησιακή ακτή (Πούντα) χρησιμοποιούσαν κωπήλατες βάρκες. Με την πάροδο των χρόνων, όμως, πλήθυναν οι κάτοικοι που έπρεπε καθημερινά να μεταβαίνουν στην Πούντα. Τα πρώτα απογραφικά στοιχεία, που χρονολογούνται το 1930, μας πληροφορούν ότι οι κάτοικοι του νησιού ήταν 287. Πολλοί από αυτούς ήταν αγρότες που είχαν τα κτήματά τους στον Κάμπο. Έτσι καθιερώθηκαν καθημερινά δρομολόγια από επαγγελματίες βαρκάρηδες. *Τα δρομολόγια εκτελούσαν βάρκες (σκαλιέρικα στη ντοπιολαλαλιά της Ελαφονήσου). Οι βάρκες αυτές προσέγγιζαν την παραλία της Πούντας, καθώς δεν υπήρχε την εποχή εκείνη λιμάνι στο Αντινόγναθο ( Υπόστεγο). ** Οι Λαφονησιώτες και οι επισκέπτες του νησιού για να αποβιβαστούν στην Πούντα έπρεπε να αφαιρέσουν τα παπούτσια τους (να ξυποληθούν).*Το λιμάνι χτίστηκε τη δεκαετία του 50.**Θα γίνει αναφορά σε αυτούς σε επόμενη δημοσίευση.Οι βάρκες που εκτελούσαν το δρομολόγιο αυτό, αρχικά είχαν δύο κουπιά. Αργότερα, επειδή οι επιβάτες αυξήθηκαν, “μπήκαν στη γραμμή αυτή” μεγαλύτερες βάρκες με έξι κουπιά. Κουπιά “τραβούσαν” οι νεώτεροι επιβάτες της βάρκας γυναίκες και άντρες. Στη βάρκα επέβαιναν άνθρωποι, αλλά και ζώα (άλογα, βόδια). Συχνότερα όμως, τα ζώα αυτά τα έδεναν από το χαλινάρι και τα τραβούσαν. Αυτά ακολουθούσαν τη βάρκα και έφταναν κολυμπώντας στην Πούντα. Τα γαϊδούρια όμως, επειδή δε γνώριζαν καλό κολύμπι, επιβιβάζονταν στη βάρκα μαζί με τους ανθρώπους.Η ιστορική αυτή αναδρομή έγινε για να δοθεί το στίγμα της περιοχής, η χρονική στιγμή και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το παρακάτω περιστατατικό:Ήταν ένα ήσυχο αυγουστιάτικο πρωινό του 1938. Το μελτέμι της προηγούμενης μέρας είχε κοπάσει και η θάλασσα ήταν ήρεμη και γαλήνια. Με την πρώτη βαρκάδα ξεκίνησαν (όπως κάθε πρωί), οι αγρότες του νησιού με τις οικογένειές τους για να μεταβούν στα χωράφια τους, που βρίσκονταν στην απέναντι στεριά, όπως προαναφέρθηκε. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν ο Παναγιώτης Λιάρος (Μπολσεβίκος), ο Παναγιώτης Λαλούσης, ο Βασίλης Αρώνης (Βασιλόγιωργης), ο Λάμπης ο Μέντης (Χρηστάκος), οι αδελφοί Αντώνης Μέντης (Παπαδαντώνης), Παναγιώτης Μέντης (Παπαδόποτης), Χριστόφορος Μέντης (Παπαδάκος), ο Κωνσταντίνος Μέντης (Κωστούλιας) με τους γιους του Σπύρο και Γιώργο.Στη βάρκα, επίσης, επέβαιναν και πολλές Λαφονησιώτισσες εργάτριες, που εργάζονταν στα κτήματα των παραπάνω παραγωγών. Η κωπήλατη βάρκα με τα έξι κουπιά έσκιζε αργά τα σμαραγδένια νερά του καναλιού που ενώνει την Ελαφόνησο με την Πούντα. Καπετάνισσα της βάρκας (σκαλιέρισσα) ήταν η Παναγιώτα Αρώνη (Τσουλίνα) και βοηθός της η κόρη της, Κανέλλη. Έξι επιβάτες κωπηλατούσαν. Η θάλασσα ήταν αρυτίδωτη. Ο ουρανός είχε βαφτεί με τριανταφυλλένια χρώματα καθώς ο ήλιος μόλις ξεπρόβαλε από τον Καβομαλιά. Μέσα σ' αυτό το ειδυλλιακό τοπίο και σ' αυτή την ηρεμία, οι μόνοι ήχοι που ακούγονταν ήταν ο ρυθμικός παφλασμός των κυμάτων που σχημάτιζαν οι κωπηλάτες με τα κουπιά τους και ο απαλός θόρυβος που έκαναν τα κουπιά επάνω στους σκαρμούς.Ξαφνικά την προσοχή τους τράβηξε ένας παράξενος, πρωτόγνωρος και πρωτάκουστος για τους Ελαφονησιώτες αγρότες, ήχος. Βρίσκονταν κοντά στη”Σπίθα”, στο νησάκι Σταυρός. Κοίταξαν προς την πλευρά του Καλόγερα από όπου ερχόταν ο ήχος και είδαν να έρχεται προς το μέρος τους ένα μεγάλο ολοκαίνουριο, κατακόκκινο καΐκι, το οποίο εκινείτο με μεγάλη ταχύτητα. Στο τιμόνι του πλεούμενου ήταν ο δεκαοχτάχρονος, αγέρωχος και ατρόμητος θαλασσόλυκος, Πέτρος Αρώνης (Τσουλάκος). Στη μηχανή, πέντε αλόγων, μάρκας “Πετεινάρι”, καθόταν ο μικρός του αδερφός Γεώργιος Αρώνης (Μούντρος).Το όνομα του σκάφους ήταν «Παναγία Κοίμηση» αφιερωμένο στην Παναγία την Κατωνησιώτισσα. Η σκηνή που επικράτησε δε δύναται να περιγραφεί με λόγια. Οι επιβάτες της κωπήλατης βάρκας άρχισαν να αναφωνούν από συγκίνηση και θαυμασμό και σήκωναν τα χέρια τους για να χαιρετίσουν και να καλωσορίσουν το καινούριο σκάφος. Ο Παναγιώτης ο Μέντης (Παπαδόποτης), ενθουσιασμένος έβγαλε την τραγιάσκα του κι άρχισε να ξεφωνίζει. “Κοιτάξτε βρε μεγαλεία το νησί μας”, θέλοντας να καταστήσει γνωστό σε όλα τα Βάτικα την άφιξη του πρώτου μηχανοκίνητου σκάφους στην Ελαφόνησο.Η μητέρα κι η αδελφή του έφηβου καπετάνιου συγκινημένες αγκαλιάζονταν και έκλαιγαν από χαρά και περηφάνια για τον ατρόμητο γιο και αδελφό, αντίστοιχα, αλλά και για το νέο του απόκτημα. Το πλεούμενο αυτό είχε ναυπηγηθεί στην Καλαμάτα και τώρα ολοκαίνουργο ξεκινώντας από το Μεσσηνιακό κόλπο, έσκιζε τα νερά του Λακωνικού. Αυτό ήταν το παρθενικό του ταξίδι. Δεν πέρασαν ούτε δύο λεπτά και το τρεχαντήρι τούς προσέγγισε, πέταξε έναν κάβο (χοντρό σκοινί) να τους ρυμουλκήσει. Τα κουπιά εγκαταλείφθηκαν από την ημέρα εκείνη και για πάντα. Στο εξής θα φυλάσσονταν στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Το δρομολόγιο Ελαφόνησος-Πούντα θα εκτελούσε πλέον το κόκκινο μηχανοκίνητο τρεχαντήρι. Επίσης θα ξεκινούσε ένα νέο εβδομαδιαίο δρομολόγιο που θα ένωνε την Ελαφόνησο με την πρωτεύουσα των Βατίκων, τη Νεάπολη. Σε μερικά μόλις λεπτά το μηχανοκίνητο σκάφος και η ρυμουλκούμενη βάρκα, προσέγγιζαν τη ροζ αμμουδερή παραλία της Πούντας.Ο ερχομός αυτού του σκάφους σηματοδοτούσε μια νέα εποχή για την ΕλαφόνησοΤο τρεχαντήρι αυτό ήταν το πρώτο μηχανοκίνητο μέσον που κατέπλεε στο νησί.Όπως κάθε καινούριο επίτευγμα της τεχνολογίας, έτσι κι' αυτό έτυχε ιδιαίτερου θαυμασμού και αποδοχής. Το σκάφος αυτό απέκτησε, ιδιαίτερα στα μάτια του εντεκάχρονου, τότε, Γιώργου Μέντη, μυθικές διαστάσεις και οι σκηνές που εκτυλίχτηκαν από τους μεγαλύτερους μπροστά στα παιδικά του μάτια, έμειναν για πάντα ζωηρά χαραγμένες στη μνήμη του.Υ.Γ. Στην Ελαφόνησο του 21ου αιώνα, τρία οχηματαγωγά εκτελούν καθημερινά το δρομολόγιο Ελαφόνησος-Πούντα. Στα δύο απ' αυτά πλοιοκτήτης είναι ο Σταύρος Τσιριγωτάκης και του τρίτου, πλοιοκτήτης ο καπεταν-Μπάμπης Αρώνης (Κατσίμπης), γιος του τολμηρού καπετάνιου, Πέτρου Αρώνη, που συνεχίζει επάξια την οικογενειακή του παράδοση. Επίσης, εκτός από τα προαναφερθέντα οχηματαγωγά, τη γραμμή αυτή εκτελούν και τα επιβατηγά σκάφη (σκαλιέρικα) “Αγωνιστής” και “Βασίλης Παπούλης”. Σκαλιέρηδες είναι ο ατρόμητος θαλασσόλυκος Μπάμπης Παπούλιας (Αγωνιστής) και η κόρη του Μιράντα, η οποία ακολουθεί τα χνάρια του πατέρα της .Την ιστορία αυτή μου τη διηγήθηκε ο πολυαγαπημένος μου θείος και καταξιωμένος Ελαφονησιώτης επιχειρηματίας, Γεώργιος Μέντης (Γιωργούλης). Ήταν τότε μόλις 11 ετών. Το περιστατικό αυτό το οποίο χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του, θέλησε να το μοιραστεί με τις νεώτερες λαφονησιώτικες γενιές. Η αφήγησή του ήταν τόσο παραστατική, καθώς ανακαλούσε στη μνήμη του το περιστατικό αυτό, το πρόσωπό του έλαμπε, θαρρείς και έβλεπε μπροστά του το τρεχαντήρι να καταφτάνει και άκουγε τα ξεφωνητά και τις επευφημίες των συγγενών και συγχωριανών του, οι περισσότεροι εκ των οποίων τώρα ταξιδεύουν στα περιβόλια του Παραδείσου.


Πηγές:Προφορική αφήγηση:Μέντης ΓεώργιοςΒιβλιογραφία: Μέντης Κων/νος «Ελαφονήσι το Σμιγοπέλαγο Νησί», Εκδόσεις Λαφονησιώτικη βιβλιοθήκη, Πειραιάς 1993

             ΜΕΝΤΗ - ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ (Σύνη) του Σπυρίδωνος

 ,                     Καθηγήτρια – Νομικός, μ. Συλλόγου Επιστημόνων Ελαφονήσου

                                          http://sullogos-epistimonwn-elafonisos.blogspot.gr/p/blog-page_23.html








ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνη) του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια - Νομικός,

Καθαρή Δευτέρα

Η Καθαρή Δευτέρα είναι η πρώτη μέρα της Σαρακοστής (Μεγάλης Τεσσαρακοστής). Την ημέρα αυτή από το πρωί μαζεύονταν σε άλλο συγγενικό σπίτι. Αν το επέτρεπε ο καιρός έστρωναν τα τραπέζια έξω από το σπίτι σε βεράντες, αυλές, κήπους. Η Καθαρή Δευτέρα αποτελούσε συνέχεια στο πνεύμα της Αποκριάς. Οι Λαφονησιώτες πιστοί στις παραδόσεις δεν αρτευόντουσαν αυτή την ημέρα (Δεν κατάλυαν ζωικές τροφές ούτε και λάδι).Οι νοικοκυρές άλλες ζύμωναν στους φούρνους τους(τότε δεν υπήρχαν αρτοποιεία για να παρασκευάζουν λαγάνες.)Το πρώτο ψωμί που έβγαζαν το έλεγαν λαγάνι. Όμως αυτό δεν το παρασκεύαζαν όπως τις σημερινές λαγάνες. Ήταν όπως το κανονικό ψωμί που ζύμωναν.

Άλλες πήγαιναν στη θάλασσα για να μαζέψουν πεταλίδες, μπομπόλια και αχινιούς (αχινούς).

Άλλες πήγαιναν στον αυλόκηπό τους να μαζέψουν και να πλύνουν φρέσκα λαχανικά όπως: κρεμμυδάκια, ραπανάκια, μαρούλια. Το γεύμα απαρτιζόταν κι από άλλα νηστίσιμα όπως: ελιές που δεν έλειπαν από κανένα λαφονησιώτικο σπίτι, χαλβά, ταραμά, βορβοί( βολβοί) που τους είχαν βγάλει από τα σπλάχνα της ελαφονησιώτικης γης, χταπόδια και βραστές πατάτες.

Στο τέλος πήγαινε η καθεμιά τα εδέσματα που είχε προετοιμάσει, στο σπίτι που θα έτρωγαν.

Την ημέρα αυτή εκτός από τους μασκαράδες, επισκέπτονταν τις συγκεντρωμένες παρέες και πολλοί ξένοι. Οι ξένοι αυτοί ήταν κυρίως Βιγκλαφιώτες, Βατικιώτες και άλλοι Λάκωνες από τις γύρω περιοχές. Ακόμη κι απ 'την πρωτεύουσα του νομού,τη Σπάρτη κατέφθαναν. Ως είθισται,την Καθαρά Δευτέρα τη γιορτάζουν κοντά στη θάλασσα. Οι επισκέπτες λοιπόν αυτοί έρχονταν να γιορτάσουν, να περάσουν τα 'Κούλουμα' στις παραλίες της Ελαφόνησου μιας και είναι το μοναδικό νησί της Λακωνίας και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Πελοποννησιακή στεριά.

Οι Ελαφονησιώτες που φημίζονταν για τη φιλοξενία τους, τους καλούσαν στο τραπέζι τους λέγοντάς τους:“κοπιάστε να φάμε” και τους κερνούσαν μεζέ και κρασί.

Καθαρή Δευτέρα στην Ελαφόνησο τη δεκαετία του 50 (φωτογραφία από το βιβλίο ¨Ελαφονήσι Το Σμιγοπέλαγο Νησί” του Ελαφονησιώτη συγγραφέα, Κων/Μέντη).
Πέταγμα του αϊτού(χαρταετού)
Μετά το φαγητό ή πριν από αυτό τα Λαφονησιωτάκια εκείνης της εποχής πήγαιναν στο Κοντογόνι και στον Καλόγερα, κρατώντας σφιχτά και με καμάρι στα χέρια τους τους χειροποίητους αϊτούς τους (χαρταετούς) για να τους αμολήσουν (να τους πετάξουν).
Τους χαρταετούς αυτούς τα παιδιά τους ετοίμαζαν με περισσή φροντίδα εβδομάδες πριν. Δεν υπήρχαν εκείνη την εποχή τότε έτοιμοι στο εμπόριο για να τους προμηθευτούν. Έτσι για να τηρήσουν το έθιμο της Καθαράς Δευτέρας,τους έφτιαχναν μόνα τους. Έπαιρναν τρία κομμάτια ξύλου,το μήκος των οποίων κυμαινόταν από 20-60 εκατοστά,ανάλογα με την προτίμηση του καθενός. Τα λείαιναν ώστε να γίνουν επίπεδα και στη συνέχεια τα έδεναν μεταξύ τους με σπάγκο σε σχήμα κανονικού εξαγώνου. Κατόπιν έπαιρναν μπλε χαρτί, από αυτό που έντυναν τα τετράδιά τους, το τοποθετούσαν πάνω στα ξύλα και το έκοβαν στο σχήμα και το μέγεθος του εξαγώνου,αφήνοντάς του δύο τρία εκατοστά περιθώριο. Έντυναν μ' αυτό τα ξύλα και τα περιθώρια του χαρτιού τα γύριζαν και τα κολλούσαν με αλευρόκολλα. Σε δύο άκρα του χαρταετού έδεναν την ουρά με σπάγκο. Την ουρά την έφτιαχναν με χρωματιστά χαρτιά. Το μήκος της έπρεπε να είναι τουλάχιστον τρεις φορές μεγαλύτερο από αυτό του χαρταετού. Στα αντίθετα άκρα από αυτά της ουράς,έδεναν τα ζύγια,τα οποία αποτελούσαν το σπουδαιότερο τμήμα,γιατί σ' αυτά έγκειται το πέταγμα του χαρταετού. Τα ζύγια σχημάτιζαν ένα ισοσκελές τρίγωνο από σπάγκο. Στο σημείο της ένωσής τους έδεναν την καλούμα (σπάγκο) για να τους συγκρατούν κατά τη διάρκεια της “πτήσης”. Ο χαρταετός τώρα ήταν έτοιμος να “πετάξει”. Περίμενε στην άκρη ως την Καθαρή Δευτέρα”. Τα παιδιά ικανοποιημένα από το έργο τους ανυπομονούσαν να έρθει η μέρα αυτή. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση για ένα παιδί από τη χαρά της δημιουργίας. Κανένα παιχνίδι,όσο ακριβό κι αν είναι αυτό, δεν προσφέρει τόση ευχαρίστηση στο παιδί, όσο αυτό που το έχει φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια.
Όταν έφταναν στις παραλίες του νησιού με βοηθό τον άνεμο,που συνήθως πνέει στο νησί,προσπαθούσαν να τους πετάξουν. Το τι επακολουθούσε δε δύναται να περιγραφεί με λόγια. Γινόταν πανζουρλισμός από τις φωνές τους.”Αμόλα καλούμα”.Η φωνή αυτή ακουγόταν καθώς ο χαρταετός κέρδιζε ύψος. Τα παιδιά συναγωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα επικρατή, ποιου ο χαρταετός θα κατόρθωνε τελικά να πετάξει και ποιου θα έφτανε πιο ψηλά.” Ξεφταλάγιαζαν”' που θα έλεγε κι ο αξέχαστος μεγάλος λαογράφος και ιστορικός του νησιού μας, Τζώρτζης Ανωμήτρης, τις παραλίες από τις φωνές τους. Όσοι χαρταετοί κατόρθωναν τελικά κι ανέβαιναν ψηλά, συναντούσαν τους γλάρους και πετούσαν παρέα μαζί στο λαφονησιώτικο ουρανό.




Καθαρή Δευτέρα στην Ελαφόνησο τη δεκαετία του 50 (φωτογραφία από το βιβλίο ¨Ελαφονήσι Το Σμιγοπέλαγο Νησί” του Ελαφονησιώτη συγγραφέα, Κων/νου Μέντη)
ΕΙΝΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ (ΓΙΩΡΓΟΥΛΗ) Κ. ΜΕΝΤΗ, ΔΙΠΛΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΑΣΑΚΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΥΘΗΡΑ, ΠΟΥ ΕΦΤΑΣΕ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΤΩΝ 118 ΧΡΟΝΩΝ, ΕΙΧΕ 15 ΠΑΙΔΙΑ... ΚΑΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΑ ΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ, ΤΑ ΔΙΣΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΙΣΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ.. ΞΕΠΕΡΝΟΥΣΕ ΤΟ ΜΙΣΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ ΤΟΤΕ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΚΟΥΛΗ.





ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ (Σύνη) του Σπυρίδωνος,
ΜΕΛΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ, Καθηγήτρια - Νομικός, Πτυχιούχος Παιδαγωγικού τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Αθηνών, Πτυχιούχος Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μεταπτυχιακό στις Σπουδές στην εκπαίδευση ΜΕd του ΕΑΠ, Διπλωματούχος Διετούς Μετεκπαίδευσης στη Γενική Αγωγή του ΜΔΔΕ, Πτυχιούχος της ΣΕΛΔΕ Αθηνών






” Ξεφταλάγιαζαν”' που θα έλεγε κι ο αξέχαστος μεγάλος λαογράφος και ιστορικός του νησιού μας, Τζώρτζης Ανωμήτρης, τις παραλίες από τις φωνές τους.






ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΠΟΚΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνη) του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια - Νομικός,

Λαφονησιώτικα αποκριάτικα έθιμα

Απόκριες (Αποκριές)ονομάζονται οι τρεις εβδομάδες που αρχίζουν την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, ημέρα που αρχίζει το Τριώδιο, και τελειώνουν την Κυριακή της Τυροφάγου (Τυρινής ). Ετυμολογικά η λέξη αποκριές σημαίνει αποχή από το κρέας. Κύριο χαρακτηριστικό των ημερών τόσο στην Ελλάδα , όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι οι μεταμφιέσεις.
Για τους Λαφονησιώτες, και τις Λαφονησιώτισσες, όπως και για τους τους Έλληνες απανταχού,οι Αποκριές είναι συνώνυμο της χαράς,του κεφιού,της ευθυμίας,της εκτόνωσης, της διασκέδασης του ξεφαντώματος.
Πρώτη εβδομάδα
Η εβδομάδα αυτή,σύμφωνα με την ελληνική παράδοση, ονομάζεται «λυτή», γιατί πιστεύουν ότι οι ψυχές των πεθαμένων αφήνονται ελεύθερες να κυκλοφορούν στον επάνω κόσμο. Οι Ελαφονησιώτες την ονομάζουν “λυτή”, γιατί τη βδομάδα αυτή επιτρέπεται η κατάλυση των ζωικών τροφών ακόμη και τις ημέρες της Τετάρτης και της Παρασκευής. Η λέξη “λυτή “προέκυψε από εσφαλμένη τους ετυμολογία(παρετυμολογία) της λέξης κατάλυση.
Την Πέμπτη της εβδομάδας αυτής, την οποία ονομάζουμε “Τσικνοπέμπτη”, έψηναν και μαγείρευαν κρέας και το άφηναν να τσικνίσει για το έθιμο της ημέρας. Από όλες τις λαφονησιώτικες γειτονιές αναδύονταν στον αέρα οι μυρωδιές του τσικνισμένου κρέατος .
Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω)
Την Κρεατινή (Κυριακή της Απόκρεω) συγκεντρώνονταν σε συγγενικά σπίτια για να αποκριέψουν (αποκρέψουν). Η κάθε νοικοκυρά έφτιαχνε το φαγητό της,το οποίο ήταν,συνήθως,κρέας κοκκινιστό με μακαρόνια. Οι νοικοκυρές συναγωνίζονταν ποια θα φτιάξει το πιο νόστιμο. Όλα τα μέλη των οικογενειών κρατούσαν τσουπλέκια(σκεύη),καρέκλες,σκαμνιά,σοφράδες και ξεκινούσαν για να πάνε στα σπίτια που τους είχαν προσκαλέσει.
Η χαρά των παιδιών ήταν πολύ μεγάλη, γιατί δοκίμαζαν άλλες γεύσεις φαγητών πέρα του καθημερινού που παρασκεύαζε η μητέρα τους. Επιπλέον συναντούσαν εκεί τα ξαδέλφια τους. Τα παιδιά,όταν ήταν μικρό το σπίτι,σύνηθες για την εποχή εκείνη,τους έστρωναν κάτω από το τραπέζι, που έτρωγαν οι μεγάλοι, ένα τραπεζομάντιλο και έτρωγαν εκεί. Από το σημείο εκείνο έκαναν ό,τι λογής σκανταλιά ,μπορείς να φανταστείς. Δεν είχαν άμεση οπτική επαφή με τους γονείς τους κι ούτε αυστηρή επιτήρηση.
Άρχιζε το φαγοπότι με ευχές, αστεία, τραγούδια κι ύστερα χορό. Πλούσιος,επίσης, έρεε ο οίνος που εύφρανε τους ουρανίσκους τόσο των συνδαιτυμόνων, όσο και των επισκεπτών. Επισκέπτες ήταν οι μουσκαράδες (μασκαράδες), οι οποίοι ντύνονταν με αυτοσχέδιες στολές. Κάλυπταν τα πρόσωπά τους με μουτσούνες (μάσκες) ή μαντήλια για να μην αναγνωρίζονται. Τους έδιναν μεζέ και κρασί. Όταν στο σπίτι χόρευαν, έμπαιναν κι οι μουσκαράδες (μασκαράδες) στο χορό. Ποτέ, όμως δεν αποκάλυπταν την ταυτότητά τους. Έκαναν αγώνες στοιχημάτων μεταξύ τους οι οικοδεσπότες και οι επισκέπτες για το ποιος είναι ο κάθε μασκαράς. Όταν έμπαιναν στο χορό προσπαθούσαν από τα τσαλίμια τους (τις κινήσεις τους) να ανακαλύψουν την ταυτότητά τους. Πολλές φορές έφευγαν δίχως να φανερώσουν την ταυτότητα τους,αφήνοντας τους οικοδεσπότες και τους καλεσμένους να αναρωτιούνται ποιοι ήταν. Άλλες φορές έβγαζαν τη μάσκα και αποκαλύπτονταν. Ευχαριστούσαν τη συντροφιά, εύχονταν και του χρόνου,καληνύχτιζαν και έφευγαν για να συνεχίσουν τις επισκέψεις τους. Ούτε και έπρεπε κάποιος να τους αποκαλύψει. Αν κάποιο παιδί αναγνώριζε κάποιον και τον φανέρωνε, οι γονείς του το μάλωναν έντονα.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν κασετόφωνα, pick – ups, στερεοφωνικά, cds, p.c.s. Υπήρχαν μόνο γραμμόφωνα, τα οποία διέθεταν μόνο τα καφενεία. Επίσης ούτε όλοι γνώριζαν κάποιο μουσικό όργανο. Έτσι τραγουδούσαν χωρίς τη συνοδεία οργάνων με το στόμα (α καπέλα). Το εγχείρημα αυτό αναλάμβαναν οι καλλίφωνοι της συντροφιάς,οι οποίοι τραγουδούσαν σόλο και οι υπόλοιποι επαναλάμβαναν τη στροφή του τραγουδιού. Οι μασκαράδες χόρευαν λίγο και στη συνέχεια έφευγαν για να επισκεφτούν και άλλα σπίτια. Σε όλα τα σοκάκια της Ελαφονήσου συναντούσες μασκαράδες με τα φακά (φακούς) στο χέρι, γιατί την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα,να γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι, να τρώνε, να πίνουν και να διασκεδάζουν. Μετά την Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω) έπαυε η κρεοφαγία.




Κυριακή, της Τυρινής
Η επόμενη τελευταία εβδομάδα των Αποκριών είναι η «Τυρινή». Το έθιμο επαναλαμβανόταν ακριβώς όπως και την Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω).Η διαφορά μόνο ήταν στα εδέσματα και τα σπίτια. Τώρα έπρεπε να συγκεντρωθούν σε άλλο συγγενικό σπίτι. Καθώς,όπως προαναφέραμε, απείχαν από το κρέας, το κύριο συστατικό των τροφών ήταν το τυρί, εξού και το όνομα “Τυρινή”. Έτσι έτρωγαν την Κυριακή αυτή τυρόπιτες,χορτόπιτες παρασκευασμένες με χόρτα άγρια και τυρί,μακαρόνια με τυρί, χυλοπίτες με γάλα, αυγά,γάλα και τυροκομικά είδη. Φυσικά δεν απουσίαζαν από το τραπέζι και τα τηγανιτά ψάρια, συνοδευτικό φαγητό όλων των Λαφονησιώτικων πιάτων.
Αφού σταύρωναν το τραπέζι και πριν αρχίσουν το φαγητό, έπαιρναν μια πιρουνιά μακαρόνια,την έβαζαν στο στόμα τους και έκαναν “κλου κλου κλου”,μιμούμενοι την κλώσα. Αυτό το έκαναν για κλωσήσουν οι κότες τους. Τη Σαρακοστή,επειδή νήστευαν και δεν έτρωγαν αυγά,τα έβαζαν για να τα επωάσουν οι κότες. Έβαζαν “κλωσούδες”, όπως έλεγαν. Πρώτα,όμως ,έπρεπε να κλωσήσουν οι κότες. Γι' αυτό είχαν αυτό το έθιμο με τα μακαρόνια της Τυρινής.
Μετά άρχιζε το φαγοπότι και το πήγαινε έλα των μασκαράδων στα σπίτια. Διασκέδααζαν μικροί μεγάλοι ως τις πρώτες πρωινές ώρες. Τα φαγητά που περίσσευαν τα έριχναν στις κότες και τα γουρούνια. Δεν έπρεπε να μείνει τίποτε,γιατί ξημέρωνε Καθαρή Δευτέρα κι έπρεπε να τα “καθαρίσουν “ όλα.
Αποκριάτικο Τραγούδι
Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά και η έκσταση που αισθάνονταν οι Λαφονησιώτες τις Αποκριές, ώστε στο πνεύμα των ημερών, σκάρωσαν (επινόησαν)το παρακάτω σκωπτικό τραγούδι:

Ήρθανε οι Αποκριές, που παντρεύονται οι γριές.
Κι όσες γριές τ’ ακούσανε, όλες πιλαλούσανε(έτρεχαν).
Και μια γριά μπαμπογριά, λάχανα μαγέρευε (μαγείρευε)
Πατατούλες έγλειφε.
Και της ήρθε μια βουλή
Για να πάει να παντρευτεί.
Δίνει μια του τσικαλιού(τσουκαλιού)
Κι άλλη μια του καπακιού
Φάτε γάτες τα ζουμιά
Κι εσείς κότες τα λάχανα
Κι εγώ πάω να παντρευτώ
Να σπιτονοικοκυρευτώ.










Ψυχοσάββατα




ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ - ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΣ

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνη) του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια - Νομικός

  Μέσα σ' αυτό το ξέφρενο πανηγύρι,την ξενοιασιά και την ανεμελιά  των Αποκριών δεν ξεχνούσαν ποτέ οι Ελαφονησιώτισσες  τα αγαπημένα τους πρόσωπα που δε βρίσκονταν πλέον ανάμεσά τους. Των “Ψυχών”(τα Ψυχοσάββατο) που έχει καθιερώσει η Εκκλησία μας στην περίοδο των Αποκριών,δεν έκαναν καμιά δουλειά. Χαρακτηριστική είναι η παροιμία που έλεγαν :”Ανάθεμα που δούλευε αυτά τα τρία Σαββάτα: Το Κριατινό,το Τυρινό και της Ορθοδοξίας”. Για να  τιμήσουν τους νεκρούς τους, έφτιαχναν (σπερνά)κόλλυβα. Πήγαιναν ένα πιάτο στην εκκλησία,για να τα λειτουργήσει.΄Έδιναν στον παπά το μεριδοχάρτη (ένα χαρτί στο οποίο είχαν γραμμένα το ονόματα των προσφιλών τους  νεκρών  για να τα μνημονεύσει).Κατόπιν μοίραζαν σε όλη τη γειτονιά κόλλυβα  “για να συγχωρήσουν τα πεθαμένα τους”, όπως έλεγαν.

Τα έθιμα αυτά χάθηκαν και χάνονται με το πέρασμα του χρόνου. Χρέος μας, όμως, είναι να τα διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού και να μεταλαμπαδεύσουμε στους νέους την παράδοσή μας, το λαογραφικό μας πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα,αλλά και στους παλαιότερους να ανακαλέσουμε στη μνήμη τους εικόνες  που ανήκουν σε μια άλλη εποχή: Μια εποχή που πέρασε ανεπιστρεπτί.









Σύλλογος Επιστημόνων Ελαφονήσου
6 Απριλίου στις 2:59 π.μ. · Τροποποιήθηκε ·
ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΑΦΟΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ (ΦΩΤ. ΑΓ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ)
ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνης) του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια - Νομικός

Κυριακή των Βαΐων, Μεγάλη Δευτέρα, Μεγάλη Τρίτη, Μεγάλη Τετάρτη.... (συνεχίζεται)

Η Ελαφόνησος αυτές τις άγιες μέρες της χαρμολύπης, περιμένει με μεγάλη ανυπομονησία τους ξενητεμένους της. Αυτό καταμαρτυρά και η παροιμία: “Σε περιμένω σαν τη Λαμπρή”.
Από το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων και κάθε βράδυ, καθ΄ όλη τη διάρκεια της Μ. Εβδομάδας, όλοι οι Ελαφονησιώτες περνούν το γραφικό γεφύρι και κατευθύνονται στον ολόφωτο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, για να παρακολουθήσουν με κατάνυξη τα Πάθη, τη Σταύρωση, την Ταφή και τέλος την Ανάσταση του Χριστού. H αθρόα προσέλευση των Ελαφονησιωτών στην εκκλησία, ιδιαίτερα τις άγιες τούτες μέρες, αντικατοπτρίζει τη μεγάλη τους πίστη και λατρεία στο Θεό. Σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής των Ελαφονησιωτών διακρίνεται η έντονη θρησκευτικότητά τους.
Το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων, της Μεγάλης Δευτέρας και της Μεγάλης Τρίτης, όλοι πηγαίνουν στα Νυμφία, όπως τα αποκαλούν, και παρακολουθούν την ακολουθία του Νυμφίου με μεγάλη κατάνυξη. Τα αποκαλούν έτσι, από τα τροπάρια που ψάλλονται αυτά τα τρία μεγαλοβδομαδιάτικα βράδια και μεταξύ άλλων ακούγονται και οι φράσεις «Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται…» και «Τον νυμφώνα Σου βλέπω...».Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, από το στόμα των ψαλτών ακούγεται το :‟Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» ,από το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής, ένα από τα πιο μαγευτικά τροπάρια της βυζαντινής υμνογραφίας.
Το απόβραδο της Μεγάλης Τετάρτης πηγαίνουν στην εκκλησία και παρακολουθούν την τελετή του Νιπτήρος.
— με την Πολιτιστικός-Λαογραφικός Σύλλογος και 19 ακόμη
 


ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ


ΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΑΦΟΝΗΣΙΩΤΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ .... (συνεχίζεται)

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνης) του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια - Νομικός

   Τη Μεγάλη Πέμπτη το πρωί οι νοικοκυρές, ακολουθώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, βάφουν τα αβγά της Λαμπρής. Αφού τελειώσουν το βάψιμο, ζυμώνουν τις «Λαμπροκουλούρες». Τις πλάθουν στρογγυλές και με ένα κομμάτι ζυμάρι φτιάχνουν ένα σταυρό. Στο κέντρο του σταυρού τοποθετούν ένα κόκκινο αυγό . Όσοι πενθούν, δεν βάφουν αβγά, ούτε παρασκευάζουν κουλουράκια και λαμπροκουλούρες. Τους πηγαίνουν, όμως, οι συγχωριανοί τους.  Το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης παρακολουθούν την ακολουθία των Παθών του Χριστού και ακούνε συντετριμμένοι την ανάγνωση των 12 Ιερών Ευαγγελίων στα οποία εξιστορούνται τα φρικτά Πάθη του Ιησού.  Το κλίμα είναι έντονα συγκινησιακό. Μετά το τέλος του 5ου Ευαγγελίου το θείο δράμα κορυφώνεται. Τα φώτα σβήνουν και ο παπάς περιφέρει σηκώνοντας στους ώμους τους τον Εσταυρωμένο ανάμεσα από τα πλήθη των πιστών, συμβολίζοντας έτσι τη Σταύρωση του Χριστού. Ρίγη συγκινήσεως τους διαπερνούν καθώς ακούνε από το στόμα του ιερέως το :Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...Η ατμόσφαιρα είναι κατανυκτική καθώς ο Σταυρός κινείται κάτω από το λιγοστό φως των κεριών.  Καθώς ο Εσταυρωμένος περνά ανάμεσά τους, πετούν πάνω στο Σταυρό διπλωμένα λευκά σεντόνια, περνούν στεφάνια. Μετά ο ιερέας τον τοποθετεί στο κέντρο του ναού και τότε όλοι σπεύδουν να τον προσκυνήσουν. Η συγκίνησή τους φτάνει στο κατακόρυφο όταν ακούν το «Επί ξύλου,βλέπουσα, κρεμάμενον, Χριστέ…έναν από τους πιο συγκινησιακούς ύμνους της Μεγάλης Πέμπτης. Τη στιγμή αυτή συμπονούν τη μητέρα του Χριστού και νιώθουν την ανείπωτη θλίψη της και τον αβάσταχτο πόνο της. Όταν τελειώνουν τα 12 Ευαγγέλια, αρκετές γυναίκες μένουν στην εκκλησία και αγρυπνούν, όπως θα έκαναν για κάθε νεκρό. Κλαίνε και μοιρολογούν το Χριστό, με το γνωστό μοιρολόι της Παναγίας:  “Σήμερον μαύρος ουρανός  Σήμερον μαύρη μέρα σήμερον όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται…”— με τον Εφημερίδα Κορυδαλλός-Η-πόλη-μας και 19 ακόμη


https://elafonisos.inspacetime.gr/elafonisos/ethima-giortes







ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Χριστούγεννα ... και Προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα, στη Λαογραφία της Ελαφονήσου

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνης)
του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια-Νομικός

Φωτογραφία του χρήστη Σύλλογος Επιστημόνων Ελαφονήσου.
Χριστόψωμο
Σε όλα τα λαφονησιώτικα σπίτια την προπαραμονή των Χριστουγέννων οι νοικοκυρές,πιστές στην παράδοση, έπιαναν προζύμι για να ζυμώσουν το Χριστόψωμο. 
Φωτογραφία του χρήστη Σύλλογος Επιστημόνων Ελαφονήσου.

Την παραμονή το ζύμωναν και το έπλαθαν με ιδιαίτερη ευλάβεια Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Έπλαθαν το ζυμάρι, και έπαιρναν ένα κομμάτι με το οποίο έφτιαχναν ένα στρογγυλό καρβέλι. Κρατούσαν ένα μέρος της ζύμης και έφτιαχναν ένα σταυρό, τον οποίο τοποθετούν πάνω στο ψωμί. Στο κέντρο του Σταυρού και στις τέσσερις άκρες του έβαζαν άσπαστα αμύγδαλα ή καρύδια, ανάλογα τι είχε η κάθε νοικοκυρά. Τις περισσότερες φορές όμως έβαζαν αμύγδαλα καθώς το νησί είχε αμυγδαλιές, ενώ τα καρύδια έπρεπε να τα αγοράσουν.
Το άφηναν σ’ ένα ζεστό μέρος για να γίνει(δηλαδή να φουσκώσει.)Στο διάστημα αυτό πήγαιναν στο βουνό να φέρουν ξύλα. ( βουνό, εννοούσαν τους μικρούς λόφους που ήταν γύρω στο νησί. Η Ελαφόνησος δεν έχει βουνά, μόνο λόφους. Ο υψηλότερος λόφος είναι η Βάρδια). Όταν επέστρεφαν ,άναβαν το φούρνο και το έψηναν καθώς δεν υπήρχαν ηλεκτρικές κουζίνες.(Η Ελαφόνησος ηλεκτροδοτήθηκε το 1974) Όλες οι γειτονιές του νησιού πλημμύριζαν από το άρωμα της κανέλας και του γαρίφαλου.
Οι "λυπημένοι", αυτοί δηλαδή που είχαν πρόσφατο πένθος, δεν έφτιαχναν χριστόψωμο. Τους πήγαιναν όμως συγγενείς, φίλοι και συγχωριανοί.
Ως τη δεκαετία του 60 δεν υπήρχε τηλέφωνο στο νησί. Τις γιορτές οι ξενιτεμένοι έστελναν στα αγαπημένα τους πρόσωπα ευχετήριες κάρτες,συστημένα γράμματα,τηλεγραφήματα,ταχυδρομικές και τηλεγραφικές χρηματικές επιταγές.
Φωτογραφία του χρήστη Σύλλογος Επιστημόνων Ελαφονήσου.


Χριστουγεννιάτικο δέντρο
Στην Ελαφόνησο δε φύονται έλατα,αλλά ούτε και τεχνητά έλατα υπήρχαν εκείνη την εποχή. Επομένως,για το στολισμό του παραδοσιακού χριστουγεννιάτικου δέντρου,έκοβαν φουντωτά κλαδιά κέδρου (κέντρου)που αφθονεί στο νησί. Τα στόλιζαν με χρωματιστά μπαλόνια(φούσκες)και έβαζαν, για χιόνι στα κλαδιά του, βαμβάκι.
Στα ανθοδοχεία (βάζα) τους τοποθετούσαν μυρτιές, μανουσάκια και μ' αυτά στόλιζαν τα τραπέζια τους.
Χριστουγεννιάτικα κάλαντα
Τα κάλαντα (Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Φώτων),έχουν πολλές παραλογές,ανάλογα με την περιοχή της Ελλάδας. Στην Ελαφόνησο τα Κάλαντα που ψάλλουν είναι τα διαδεδομένα πανελλήνια:
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει.
Οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει ή πλάσις όλη...
Τα παιδιά ξεκινούσαν πρωί πρωί (νύχτα,νύχτα )για να πουν τα κάλαντα στα σπίτια και τα λιγοστά καταστήματα του νησιού.

Φωτογραφία του χρήστη Σύλλογος Επιστημόνων Ελαφονήσου.
Ετοιμασία για την εκκλησία
Πριν καλά καλά χαράξει ,σηκώνονταν και ετοιμάζονταν για την εκκλησία. Φορούσαν τα καλά τους ρούχα( τα γιορτινά).Ιδιαίτερα την ξεχωριστή τούτη μέρα του χρόνου φορούσαν ό,τι καλύτερο είχαν. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα, έραβαν σε μοδίστρες του νησιού ρούχα για να τα φορέσουν τις γιορτές. Ξεκινούσαν για την εκκλησία όλα τα μέλη της οικογένειας μαζί. Πατούσαν πάνω στις πέτρες (σημειωτέον ότι το γραφικό γεφύρι που ενώνει την Ελαφόνησο με τη βραχονησίδα του Αγίου Σπυρίδωνα δεν είχε κτιστεί ακόμη. Χτίστηκε τη δεκαετία του 50)αν ήταν ο καιρός καλός. Αν, όμως,ήταν φουρτούνα και το κύμα έλουζε τις πέτρες,έβγαζαν τα παπούτσια και τις κάλτσες, για να μην τα βρέξουν, και προχωρούσαν προσεκτικά. Έξω από την εκκλησία τα ξαναφορούσαν. Έμπαιναν με ευλάβεια στο ναό και παρακολουθούσουν με κατάνυξη τη λειτουργία των Χριστουγέννων. Κοινωνούσαν, αντάλλασσαν ευχές με τους συγχωριανούς τους και επέστρεφαν στο σπίτι.
Ο πατέρας έπαιρνε το μαχαίρι,σταύρωνε το χριστόψωμο και το μοίραζε στα μέλη της οικογένειάς του. Η μητέρα ετοίμαζε τσάι του βουνού, φασκόμηλο ή κακάο.(Γάλα δεν υπήρχε εκείνη την εποχή γιατί μόνο από κατσίκες και πρόβατα έπαιρναν το γάλα. Δεν υπήρχε ούτε παστεριωμένο. Μόνο ζαχαρούχο εβαπορέ,αλλά ήταν πολύ ακριβό και οι οικογένειες τότε ήταν πολυμελείς ).
Κατόπιν οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το μεσημεριανό φαγητό. Στην Ελαφόνησο δεν παρασκευάζουν κάποιο ξεχωριστό φαγητό , αλλά φυσικά δεν μπορεί να παραλείπεται το κρέας αυτή την ξεχωριστή ημέρα.(χρονιάρα μέρα.) γαλοπούλα,κότα ή κόκορας που έσφαξαν από το κοτέτσι τους(σχεδόν σε όλα τα σπίτια είχαν κοτέτσι), κατσίκι ,αρνί ή χοιρινό από το μοναδικό χασάπη του νησιού, που έσφαζε ζώα μόνο το Σάββατο ,καθώς δεν υπήρχαν ψυγεία για να τα συντηρήσουν.
Στην Ελαφόνησο δεν αντάλλασσαν δώρα τα Χριστούγεννα, αλλά την Πρωτοχρονιά.
Όταν κάθονταν στο τραπέζι,για το μεσημεριανό φαγητό,έριχναν κλεφτές ματιές στις ευχητήριες κάρτες που τους έστειλαν οι ξενιτεμένοι τους( δεν υπήρχε λαφονησιώτικο σπίτι που να μην είχε ξενιτεμένο,μετανάστη ή ναυτικό )και δάκρυζαν. Πόσο θα ήθελαν αυτή την ώρα να βρίσκονται κοντά τους!!
Έτσι απλά περνούσαν τη μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης,οι Ελαφονησιώτες του περασμένου αιώνα.

https://www.facebook.com/sepistimonwnelafonisou/photos/pcb.769170016617097/769164739950958/?type=3&theater


Σχετικά

Από το Blogger.